Η κυκλική οικονομία αποκαλείται συχνά βιομηχανικό ή οικονομικό σύστημα ή έκφανση οικονομικών μοντέλων. Κοινός στόχος αυτών είναι η κατάργηση του παραδοσιακού γραμμικού μοντέλου της οικονομίας το οποίο στηρίζεται στην “εξόρυξη-χρήση-απόρριψη”. Μέσα από την κυκλική οικονομία επιδιώκεται η δημιουργία κύκλων, μέσα από τους οποίους οι πρώτες ύλες, τα εξαρτήματα και τα προϊόντα, χάνουν όσο το δυνατόν λιγότερη από την αξία τους.
Ταυτόχρονα επιδιώκει τη χρήση ανανεώσιμης ενέργειας και συστημικής σκέψης. Τα προϊόντα είναι σχεδιασμένα έτσι ώστε να είναι ανθεκτικά, αποσυναρμολογήσιμα, επισκευάσιμα, επαναχρησιμοποιήσιμα και ανακυκλώσιμα μέσα από τεχνικούς ή βιολογικούς κύκλους. Προτεραιότητα δίνεται σε ότι έχει ήδη φτιαχτεί π.χ. επανακατασκευή, ενώ η κατασκευή νέων προϊόντων στρέφεται αποκλειστικά σε ανανεώσιμους πόρους και πρώτες ύλες, εξαλείφοντας όσο γίνεται δυνατόν τις τοξικές ουσίες μέσα σε αυτά.
Έτσι εισέρχονται στην αγορά τα δευτερογενή υλικά, που προκύπτουν από την επεξεργασία αποβλήτων ή προϊόντων, αντικαθιστώντας τις πρώτες ύλες που προκύπτουν από την εξόρυξη. Κλειδί στην κυκλική οικονομία αποτελεί η αποϋλοποίηση. Συνοδεύεται συχνά από την παροχή προϊόντων ως υπηρεσίες και οδηγείται από καινοτόμα επιχειρηματικά μοντέλα που επηρεάζουν τις παραδοσιακές καταναλωτικές συνήθειες.
Οι παραπάνω διαδικασίες δημιουργούν αλυσίδες αξίας, γεγονός που δίνει τη δυνατότητα στην κυκλική οικονομία να στηρίξει νέες θέσεις εργασίας, οι οποίες μπορούν να είναι έμμεσα ή άμεσα κυκλικές, με τις τελευταίες να χωρίζονται σε αυτές που την καθιστούν εφικτή (enablers) και αυτές που την εφαρμόζουν (core). Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις πρόσφατης μελέτης1 , η εφαρμογή των αρχών της κυκλικής οικονομίας στην οικονομία της ΕΕ παρέχει τη δυνατότητα αύξησης του ΑΕΠ της ΕΕ κατά επιπλέον 0,5 % έως το 2030, με τη δημιουργία περίπου 700.000 νέων θέσεων εργασίας.